Το περιεχόμενο αυτής της σελίδας χρειάζεται αναθεώρηση. Μπορείτε να βρείτε ή να αφήσετε σχόλια στη σελίδα συζήτησης «κροσσάρω».
Αναθεώρηση : Να επιβεβαιωθεί η χρήση της λέξης και οι σημασίες της.

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

Κροσσάρω (αργκό) Εκτελώ αυτοβούλως και επιτυχημένα μία δραστηριότητα με αυθόρμητο και τυχαία ακραίο τρόπο χρησιμοποιώντας άκρως αθέμιτα μέσα, με σκοπό την επίτευξη προσωπικής ικανοποίησης, ανεξαρτήτως του τιμήματος. Υπερθετικός βαθμός της έννοιας χώνω επίσης στην αργκό.

χώνω < κροσσάρω


  Ρήμα επεξεργασία

κροσσάρω < αόριστος κρόσσαρα

Θες να σε κροσσάρω ρε; εεεεεε;: θες να σε πλακώσω; εεεε;

Το κρόσσαρα το γκομενάκι, πήγα και το φίλησα με τη μία και γούσταρε.

Άσε ρε φίλε, πήγα να χώσω ένα γκομενάκι και ήταν ο δικός της τούμπανος και ήρθε και με κρόσσαρε...

  • γίνομαι θύμα αλλεπάλληλων αναποδιών

Έχω ξενερώσει ρε φίλε...3 μέρες με κροσσάρουνε. Τη Δευτέρα με χωρίζει η δικιά μου, την Τρίτη με τράκαρε ένας με το αμάξι και το κρόσσαρε. Και σήμερα μάλλον κάποιος μετανάστης μου κρόσσαρε το πορτοφόλι.

Άσε ρε φίλε, κάθε πρωί αυτό το ξυπνητήρι με κροσσάρει! Βαράει γάμα τα...

  Επίθετο επεξεργασία

κροσσάρω -η -ο κροσσάτος

Άσε ρε φίλε, μπήκε ένας, χθες στο μαγαζί, κροσσάτος να πούμε και τους έδειρε όλους.

Μπήκε στο σπίτι μου ρε φίλε και μου ήπιε όλη τη μπύρα χωρίς να με ρωτήσει. Εντελώς κροσσάτος τύπος.

Νιώθω πολύ κροσσάτη σήμερα!!! Θα πάω σε όλα τα clubs της πόλης και θα πιω μέχρι θανάτου!

Άσε ρε φίλε, το σκυλί μου είναι πολύ κροσσάτο. Χθες έκοψε κομμάτι από το ντελιβερά και μου έκανε αγωγή...

Το κροσσάτο το παιδί πριν το κροσσάρουν έχει κροσσάρει... : (Γνώθι εις εαυτόν)