Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κουνιάδια < κουνιάδος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κουνιάδια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία