Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κλῖνε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
κλῖναι
,
κλίναι
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
κλῖνε
β'
ενικό
πρόσωπο
προστακτικής
ενεργητικού
ενεστώτα
του ρήματος
κλίνω