κεραυνοβόλα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- κεραυνοβόλα < κεραυνοβόλος
Επίρρημα
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασία
κεραυνοβόλα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του κεραυνοβόλος
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του κεραυνοβόλο