καταπιόνα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- καταπιόνα < καταπιόν(ας) + κατάληξη θηλυκού -α
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ka.taˈpço.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κα‐τα‐πιό‐να
Ουσιαστικό
επεξεργασίακαταπιόνα θηλυκό
Άλλες μορφές
επεξεργασία- καταπιόνας (αρσενικό)
Μεταφράσεις
επεξεργασία καταπιόνα
|