κατακτιέμαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Ρήμα
επεξεργασία
κατακτιέμαι
- (λαϊκότροπο) το κατακτώμαι
→ δείτε τη λέξη κατακτώμαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κατακτιέμαι
|