γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική καρτερός καρτερᾱ́ τὸ καρτερόν
      γενική τοῦ καρτεροῦ τῆς καρτερᾶς τοῦ καρτεροῦ
      δοτική τῷ καρτερ τῇ καρτερ τῷ καρτερ
    αιτιατική τὸν καρτερόν τὴν καρτερᾱ́ν τὸ καρτερόν
     κλητική ! καρτερέ καρτερᾱ́ καρτερόν
 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ καρτεροί αἱ καρτεραί τὰ καρτερᾰ́
      γενική τῶν καρτερῶν τῶν καρτερῶν τῶν καρτερῶν
      δοτική τοῖς καρτεροῖς ταῖς καρτεραῖς τοῖς καρτεροῖς
    αιτιατική τοὺς καρτερούς τὰς καρτερᾱ́ς τὰ καρτερᾰ́
     κλητική ! καρτεροί καρτεραί καρτερᾰ́
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ καρτερώ τὼ καρτερᾱ́ τὼ καρτερώ
      γεν-δοτ τοῖν καρτεροῖν τοῖν καρτεραῖν τοῖν καρτεροῖν
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'ξηρός' όπως «ξηρός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
καρτερός < κάρτος + -ρός

καρτερός, -ά, -όν, συγκριτικός:καρτερώτερος, υπερθετικός: καρτερώτατος

  1. ισχυρός, δυνατός
      8ος πκε αιώνας   Ὅμηρος, Ἰλιάς, 1 (Α. Λοιμός. Μῆνις.), στίχ. 280 (280-281)
    εἰ δὲ σὺ καρτερός ἐσσι, θεὰ δέ σε γείνατο μήτηρ, | ἀλλ᾽ ὅ γε φέρτερός ἐστιν, ἐπεὶ πλεόνεσσιν ἀνάσσει.
    δυνατός είσαι και θεά σ᾽ εγέννησε μητέρα, | αλλ᾽ είναι αυτός ανώτερος για τους πολλούς που ορίζει·
    Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greeklanguage.gr
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 2 (Εὐτέρπη), 68.4
    ἔχει δὲ καὶ ὄνυχας καρτεροὺς καὶ δέρμα λεπιδωτὸν ἄρρηκτον ἐπὶ τοῦ νώτου.
    Έχει δυνατά νύχια και δέρμα λεπιδωτό στη ράχη και αδιαπέραστο.
    Μετάφραση (1992): Λεωνίδας Ζενάκος Αθήνα:Γκοβόστης @greeklanguage.gr
    ΣτΕ: Ο Ηρόδοτος κάνει αναλυτική περιγραφή του σώματος των κροκόδειλων.
  2. καρτερικός, υπομονετικός
     δείτε παράθεμα στο καρτερώτερος
  3. (για περιοχή) οχυρός, δυσπόρθητος
      5ος πκε αιώνας Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 5, 7.4
    ἐλθών τε καὶ καθίσας ἐπὶ λόφου καρτεροῦ πρὸ τῆς Ἀμφιπόλεως τὸν στρατὸν αὐτὸς ἐθεᾶτο τὸ λιμνῶδες τοῦ Στρυμόνος καὶ τὴν θέσιν τῆς πόλεως ἐπὶ τῇ Θρᾴκῃ ὡς ἔχοι.
    Προχώρησε, λοιπόν, κι εγκατέστησε τον στρατό του σ᾽ έναν οχυρό λόφο, μπροστά στην Αμφίπολη και πήγε να δει τους βάλτους που σχηματίζει ο Στρυμών και την πλευρά της πολιτείας που βλέπει προς την Θράκη.
    Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greeklanguage.gr
      5ος/4ος πκε αιώνας Ξενοφῶν, Ἑλληνικά, 6, 2.37
    καὶ ἐκεῖ ταῖς μὲν φιλίαις πόλεσιν ἐπεκούρει, εἴ τίς τι δέοιτο, Θυριεῦσι δέ, μάλα καὶ ἀνδράσιν ἀλκίμοις καὶ χωρίον καρτερὸν ἔχουσιν, ἐπολέμει.
    Εκεί πρόσφερε βοήθεια σ᾽ όσες φιλικές πόλεις τη ζήτησαν, και πολέμησε τους Θυριείς που ήταν γενναίοι πολεμιστές και κατείχαν οχυρή τοποθεσία.
    Μετάφραση (2012, 1η:1966): Ρόδης Ρούφος. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας @greeklanguage.gr
  4. (για πράγματα) δυνατός, ισχυρός
      8ος πκε αιώνας   Ὅμηρος, Ἰλιάς, 19 (Τ. Μήνιδος ἀπόρρησις.), στίχ. 108 (108-111)
    εἰ δ᾽ ἄγε νῦν μοι ὄμοσσον, Ὀλύμπιε, καρτερὸν ὅρκον, | ἦ μὲν τὸν πάντεσσι περικτιόνεσσιν ἀνάξειν, | ὅς κεν ἐπ᾽ ἤματι τῷδε πέσῃ μετὰ ποσσὶ γυναικὸς | τῶν ἀνδρῶν οἳ σῆς ἐξ αἵματός εἰσι γενέθλης.”
    Κι όρκον, Ολύμπιε, δυνατόν, αν θέλεις όμοσέ μου | που όλων τριγύρω των λαών θα βασιλεύσει εκείνος | που μες στα πόδια γυναικός την σήμερον θα πέσει | που να ᾽ναι από το αίμα σου και από την γενεάν σου».
    Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greeklanguage.gr
  5. σφοδρός, ισχυρός
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 4 (Μελπομένη), 200.2
    ἐνθαῦτα δὴ ἐπολιόρκεον τὴν Βάρκην ἐπὶ μῆνας ἐννέα, ὀρύσσοντές τε ὀρύγματα ὑπόγαια φέροντα ἐς τὸ τεῖχος καὶ προσβολὰς καρτερὰς ποιεύμενοι.
    Τότε λοιπόν οι Πέρσες πολιορκούσαν τη Βάρκη εννιά μήνες, και σκάβοντας υπόγεια λαγούμια που κατευθύνονταν στο τείχος κι επιχειρώντας ορμητικές εφόδους.
    Μετάφραση (1992): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greeklanguage.gr
      5ος πκε αιώνας Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 8, 61.3
    καὶ καρτερᾶς γενομένης ναυμαχίας οὐκ ἔλασσον ἔχοντες ἐν τῷ ἔργῳ οἱ Χῖοι καὶ οἱ ξύμμαχοι (ἤδη γὰρ καὶ ὀψὲ ἦν) ἀνεχώρησαν ἐς τὴν πόλιν.
    Μετά από σκληρή ναυμαχία, στην οποία δεν υστέρησαν ούτε οι Χίοι, ούτε οι σύμμαχοί τους, γύρισαν στην πολιτεία τους γιατί έπεφτε η νύχτα.
    Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greeklanguage.gr
      5ος πκε αιώνας Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 1, 49.2
    ἦν τε ἡ ναυμαχία καρτερά, τῇ μὲν τέχνῃ οὐχ ὁμοίως, πεζομαχίᾳ δὲ τὸ πλέον προσφερὴς οὖσα.
    Η ναυμαχία ήταν σκληρή, όχι τόσο εξαιτίας της ναυτικής τέχνης των αντιπάλων όσο γιατί η συμπλοκή πήρε όψη πεζομαχίας,
    Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greeklanguage.gr
  6. επίμονος, πεισματικός, πεισματώδης
     δείτε παράθεμα στο καρτερώτατος

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία