Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

καρλής < λείπει η ετυμολογία

  Επίθετο επεξεργασία

καρλής

  • χιονισμένος

  Μεταφράσεις επεξεργασία