Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καλλίσωμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
καλλίσωμ
ος
η
καλλίσωμ
η
το
καλλίσωμ
ο
γενική
του
καλλίσωμ
ου
της
καλλίσωμ
ης
του
καλλίσωμ
ου
αιτιατική
τον
καλλίσωμ
ο
την
καλλίσωμ
η
το
καλλίσωμ
ο
κλητική
καλλίσωμ
ε
καλλίσωμ
η
καλλίσωμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
καλλίσωμ
οι
οι
καλλίσωμ
ες
τα
καλλίσωμ
α
γενική
των
καλλίσωμ
ων
των
καλλίσωμ
ων
των
καλλίσωμ
ων
αιτιατική
τους
καλλίσωμ
ους
τις
καλλίσωμ
ες
τα
καλλίσωμ
α
κλητική
καλλίσωμ
οι
καλλίσωμ
ες
καλλίσωμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
καλλίσωμος
<
καλλί-
+
-σωμος
Επίθετο
επεξεργασία
καλλίσωμος
με
ωραίο
,
όμορφο
σώμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καλλίσωμος