Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

καλή όρεξη < καλός και όρεξη

  Έκφραση επεξεργασία

καλή όρεξη

  • ευχή που λέγεται σε κάποιον όταν πρόκειται να πάει να φάει ή λίγο πριν αρχίσει να τρώει

  Μεταφράσεις επεξεργασία