Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

καθαρογραφώ < καθαρός + -ο- + γράφω

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ka.θa.ɾo.ɣɾaˈfo/

  Ρήμα επεξεργασία

καθαρογραφώ

  Μεταφράσεις επεξεργασία