Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καθαρογραφία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
καθαρογραφί
α
οι
καθαρογραφί
ες
γενική
της
καθαρογραφί
ας
των
καθαρογραφι
ών
αιτιατική
την
καθαρογραφί
α
τις
καθαρογραφί
ες
κλητική
καθαρογραφί
α
καθαρογραφί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
καθαρογραφία
<
καθαρογράφω
+
-ία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
καθαρογραφία
θηλυκό
(
σπάνιο
)
άλλη γραφή του
καθαρογράφηση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καθαρογραφία
→
δείτε
τη λέξη
καθαρογράφηση