ισάριθμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ισάριθμα < ισάριθμ(ος) + -α
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /iˈsa.ɾi.θma/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ι‐σά‐ριθ‐μα
- παλιότερος συλλαβισμός : ι‐σά‐ρι‐θμα
Επίρρημα επεξεργασία
ισάριθμα
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ισάριθμα
|
Επίρρημα επεξεργασία
ισάριθμα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ισάριθμος