Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ιξωδόλυση οι ιξωδολύσεις
      γενική της ιξωδόλυσης των ιξωδολύσεων
    αιτιατική την ιξωδόλυση τις ιξωδολύσεις
     κλητική ιξωδόλυση ιξωδολύσεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ιξωδόλυση < ιξώδες + -ο- + λύση

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ιξωδόλυση θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία