θρεονίνη
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- θρεονίνη < θρεονικό οξύ.
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
θρεονίνη θηλυκό
- (βιολογία): ένα από τα είκοσι αμινοξέα που βρίσκονται συνήθως στην πρωτεΐνη.
- (βιοχημεία) Aπαραίτητο αμινοξύ με τύπο CH3-CH(OH)-CH(NH2)-COOH και σύμβολο Thr ή T.