θαλασσοφοβία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- θαλασσοφοβία < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /θa.la.so.foˈvi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : θα‐λασ‐σο‐φο‐βί‐α
Ουσιαστικό επεξεργασία
θαλασσοφοβία θηλυκό
- ο παθολογικός φόβος για τη θάλασσα
Μεταφράσεις επεξεργασία
θαλασσοφοβία