Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ηλεκτροπτικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ηλεκτροπτικ
ός
η
ηλεκτροπτικ
ή
το
ηλεκτροπτικ
ό
γενική
του
ηλεκτροπτικ
ού
της
ηλεκτροπτικ
ής
του
ηλεκτροπτικ
ού
αιτιατική
τον
ηλεκτροπτικ
ό
την
ηλεκτροπτικ
ή
το
ηλεκτροπτικ
ό
κλητική
ηλεκτροπτικ
έ
ηλεκτροπτικ
ή
ηλεκτροπτικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ηλεκτροπτικ
οί
οι
ηλεκτροπτικ
ές
τα
ηλεκτροπτικ
ά
γενική
των
ηλεκτροπτικ
ών
των
ηλεκτροπτικ
ών
των
ηλεκτροπτικ
ών
αιτιατική
τους
ηλεκτροπτικ
ούς
τις
ηλεκτροπτικ
ές
τα
ηλεκτροπτικ
ά
κλητική
ηλεκτροπτικ
οί
ηλεκτροπτικ
ές
ηλεκτροπτικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ηλεκτροπτικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
ηλεκτροπτικός
σχετικός με την
ηλεκτροπτική
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ηλεκτροπτικός