μια ηλεκτρική σκούπα

  Ετυμολογία

επεξεργασία
→ δείτε τη λέξη  ηλεκτρικός και σκούπα

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

ηλεκτρική σκούπα θηλυκό

  • ηλεκτρική συσκευή που καθαρίζει επιφάνειες ρουφώντας τη σκόνη ή μικρά σκουπιδάκια

  Μεταφράσεις

επεξεργασία