↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ζητούμενο τα ζητούμενα
      γενική του ζητουμένου
ζητούμενου
των ζητουμένων
    αιτιατική το ζητούμενο τα ζητούμενα
     κλητική ζητούμενο ζητούμενα
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ζητούμενο < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ζητούμενον, ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου ζητούμενος, μετοχή μεσοπαθητικού ενεστώτα του ρήματος ζητῶ (ζητέω

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ziˈtu.me.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζη‐τού‐με‐νο

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ζητούμενο ουδέτερο

Εκφράσεις

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος μετοχής

επεξεργασία

ζητούμενο