Δείτε επίσης: ευνή
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική εὐνή αἱ εὐναί
      γενική τῆς εὐνῆς τῶν εὐνῶν
      δοτική τῇ εὐν ταῖς εὐναῖς
    αιτιατική τὴν εὐνήν τὰς εὐνᾱ́ς
     κλητική ! εὐνή εὐναί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  εὐνᾱ́
γεν-δοτ τοῖν  εὐναῖν
1η κλίση, Κατηγορία 'ψυχή' όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ουσιαστικό

επεξεργασία