εφταμηνίτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- εφταμηνίτης < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
εφταμηνίτης αρσενικό
- που γεννήθηκε τον έβδομο μήνα της κύησης
- (μεταφορικά) (ειρωνικό) άνθρωπος αδύναμος, καχεκτικός
Μεταφράσεις επεξεργασία
εφταμηνίτης
|