Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

→ δείτε τη λέξη  εφαρμογή και ιστός, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική web application

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

εφαρμογή ιστού αρσενικό

Υπερώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία