Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ευρύνω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ευρύνω
<
αρχαία ελληνική
εὐρύνω
Ρήμα
επεξεργασία
ευρύνω
(
παθητική φωνή
:
ευρύνομαι
)
(
κυριολεκτικά
) (
μεταφορικά
)
άλλη μορφή
του
διευρύνω
Συγγενικά
επεξεργασία
εύρυνση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ευρύνω
γαλλικά
:
élargir
(fr)
,
étendre
(fr)
,
amplifier
(fr)