Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ευθυμογράφος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
/
η
ευθυμογράφ
ος
οι
ευθυμογράφ
οι
γενική
του
/
της
ευθυμογράφ
ου
των
ευθυμογράφ
ων
αιτιατική
τον
/
την
ευθυμογράφ
ο
τους
/
τις
ευθυμογράφ
ους
κλητική
ευθυμογράφ
ε
ευθυμογράφ
οι
Κατηγορία
όπως «
ζωγράφος
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ευθυμογράφος
<
εύθυμ(ος)
+
-ο-
+
-γράφος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ευθυμογράφος
αρσενικό ή θηλυκό
(
επάγγελμα
)
επαγγελματίας
που
γράφει
ευθυμογραφήματα
Συνώνυμα
επεξεργασία
ευθυμολόγος
Συγγενικά
επεξεργασία
ευθυμογράφημα
ευθυμογραφία
ευθυμογραφικός
ευθυμογραφώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ευθυμογράφος
αγγλικά
:
gagwriter
(en)
,
gagman
(en)
,
humorist
(en)
γαλλικά
:
humoriste
(fr)
ιταλικά
:
umorista
(it)