Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ετοιματζήδικος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ετοιματζήδικ
ος
η
ετοιματζήδικ
η
το
ετοιματζήδικ
ο
γενική
του
ετοιματζήδικ
ου
της
ετοιματζήδικ
ης
του
ετοιματζήδικ
ου
αιτιατική
τον
ετοιματζήδικ
ο
την
ετοιματζήδικ
η
το
ετοιματζήδικ
ο
κλητική
ετοιματζήδικ
ε
ετοιματζήδικ
η
ετοιματζήδικ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ετοιματζήδικ
οι
οι
ετοιματζήδικ
ες
τα
ετοιματζήδικ
α
γενική
των
ετοιματζήδικ
ων
των
ετοιματζήδικ
ων
των
ετοιματζήδικ
ων
αιτιατική
τους
ετοιματζήδικ
ους
τις
ετοιματζήδικ
ες
τα
ετοιματζήδικ
α
κλητική
ετοιματζήδικ
οι
ετοιματζήδικ
ες
ετοιματζήδικ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ετοιματζήδικος
<
έτοιμ(ος)
+
-ατζήδικος
Επίθετο
επεξεργασία
ετοιματζήδικος, -η, -ο
άλλη γραφή του
ετοιματζίδικος