Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ερωτοχτυπημένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ερωτοχτυπημέν
ος
η
ερωτοχτυπημέν
η
το
ερωτοχτυπημέν
ο
γενική
του
ερωτοχτυπημέν
ου
της
ερωτοχτυπημέν
ης
του
ερωτοχτυπημέν
ου
αιτιατική
τον
ερωτοχτυπημέν
ο
την
ερωτοχτυπημέν
η
το
ερωτοχτυπημέν
ο
κλητική
ερωτοχτυπημέν
ε
ερωτοχτυπημέν
η
ερωτοχτυπημέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ερωτοχτυπημέν
οι
οι
ερωτοχτυπημέν
ες
τα
ερωτοχτυπημέν
α
γενική
των
ερωτοχτυπημέν
ων
των
ερωτοχτυπημέν
ων
των
ερωτοχτυπημέν
ων
αιτιατική
τους
ερωτοχτυπημέν
ους
τις
ερωτοχτυπημέν
ες
τα
ερωτοχτυπημέν
α
κλητική
ερωτοχτυπημέν
οι
ερωτοχτυπημέν
ες
ερωτοχτυπημέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ερωτοχτυπημένος
<
έρωτας
+
-ο-
+
χτυπημένος
Μετοχή
επεξεργασία
ερωτοχτυπημένος, -η, -ο
ο
πολύ
ερωτευμένος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
έρωτας
και
χτυπώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ερωτοχτυπημένος
αγγλικά
:
lovestruck
(en)
,
lovesick
(en)
,
moonstruck
(en)
,
infatuated
(en)
,
besotted
(en)