Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

επιχαλκώνω < επι- + χαλκός + -ώνω

  Ρήμα επεξεργασία

επιχαλκώνω

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία