επική ποίηση
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- επική ποίηση < επική
Πολυλεκτικός όροςΕπεξεργασία
επική ποίηση θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (φιλολογία) η ποίηση που αναφέρεται σε επικά ποιήματα, ηρωικά ή διδακτικά
- (λογοτεχνία) σύνολα ποιημάτων που βασίζονται σε εθνική επική παράδοση
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
επική ποίηση
|