επιδημητικά
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία
επιδημητικά
- επιδημητικό, στην ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική του πληθυντικού
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
επιδημητικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- πουλιά (ή ψάρια) που δεν μεταναστεύουν σε θερμότερους τόπους, για να περάσουν το χειμώνα