Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επεκτείνομαι
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
επεκτείνομαι
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
επεξεργασία
επεκτείνομαι
αυξάνω
την
έκτασή
μου
αυξάνω
την
έκταση
επιρροής
μου
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φυσικά
αγγλικά
:
expand
(en)
γαλλικά
:
s'étendre
(fr)
επεξηγηματικά
αγγλικά
:
elaborate
(en)
θεωρητικά
αγγλικά
:
extrapolate
(en)