εξωσυζυγικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- εξωσυζυγικός < εξω- + συζυγικός ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική extraconjugal)
Επίθετο επεξεργασία
εξωσυζυγικός
Συνώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- εξωσυζυγικά
- → δείτε τις λέξεις έξω, σύζυγος, συν και ζυγός
Μεταφράσεις επεξεργασία
εξωσυζυγικός