εξωκομματικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- εξωκομματικός < εξω- + κομματικός
Επίθετο επεξεργασία
εξωκομματικός
Αντώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- εξωκομματικά
- → δείτε τις λέξεις έξω, κόμμα και κόβω
Μεταφράσεις επεξεργασία
εξωκομματικός
|