εξαρίτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | εξαρίτης | οι | εξαρίτες |
γενική | του | εξαρίτη | των | εξαριτών |
αιτιατική | τον | εξαρίτη | τους | εξαρίτες |
κλητική | εξαρίτη | εξαρίτες | ||
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- εξαρίτης < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
εξαρίτης αρσενικό
- ονομασία του πρώτου μόνιμου γομφίου
Μεταφράσεις επεξεργασία
εξαρίτης
|