Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

εξαποστέλλω < (ελληνιστική κοινή) ἐξαποστέλλω

  Ρήμα επεξεργασία

εξαποστέλλω

  Μεταφράσεις επεξεργασία