Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εξαγωγικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
εξαγωγικ
ός
η
εξαγωγικ
ή
το
εξαγωγικ
ό
γενική
του
εξαγωγικ
ού
της
εξαγωγικ
ής
του
εξαγωγικ
ού
αιτιατική
τον
εξαγωγικ
ό
την
εξαγωγικ
ή
το
εξαγωγικ
ό
κλητική
εξαγωγικ
έ
εξαγωγικ
ή
εξαγωγικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
εξαγωγικ
οί
οι
εξαγωγικ
ές
τα
εξαγωγικ
ά
γενική
των
εξαγωγικ
ών
των
εξαγωγικ
ών
των
εξαγωγικ
ών
αιτιατική
τους
εξαγωγικ
ούς
τις
εξαγωγικ
ές
τα
εξαγωγικ
ά
κλητική
εξαγωγικ
οί
εξαγωγικ
ές
εξαγωγικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
εξαγωγικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
εξαγωγικός, -ή, -ό
σχετικός με την
εξαγωγή
εμπορευμάτων
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εξαγωγικός
γαλλικά
:
exportateur
(fr)
ρουμανικά
:
exportator
(ro)