ενυπόγραφων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαενυπόγραφων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ενυπόγραφος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ενυπόγραφος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ενυπόγραφος
ενυπόγραφων