ενδοθωρακικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενδοθωρακικός
- που γίνεται ή συμβαίνει μέσα στον θώρακα
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη θώρακας
Μεταφράσεις επεξεργασία
ενδοθωρακικός
|
ενδοθωρακικός
|