↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εμπειρισμός οι εμπειρισμοί
      γενική του εμπειρισμού των εμπειρισμών
    αιτιατική τον εμπειρισμό τους εμπειρισμούς
     κλητική εμπειρισμέ εμπειρισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
εμπειρισμός < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

εμπειρισμός αρσενικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία