Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εμβρυωρία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
εμβρυωρί
α
οι
εμβρυωρί
ες
γενική
της
εμβρυωρί
ας
των
εμβρυωρι
ών
αιτιατική
την
εμβρυωρί
α
τις
εμβρυωρί
ες
κλητική
εμβρυωρί
α
εμβρυωρί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εμβρυωρία
<
εμβρυωρός
+
-ία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εμβρυωρία
θηλυκό
(
νομικός όρος
) το
νομικό
καθήκον
και οι
αρμοδιότητες
ενός
εμβρυωρού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εμβρυωρία