Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εγγυητήριος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
εγγυητήρι
ος
η
εγγυητήρι
α
το
εγγυητήρι
ο
γενική
του
εγγυητήρι
ου
της
εγγυητήρι
ας
του
εγγυητήρι
ου
αιτιατική
τον
εγγυητήρι
ο
την
εγγυητήρι
α
το
εγγυητήρι
ο
κλητική
εγγυητήρι
ε
εγγυητήρι
α
εγγυητήρι
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
εγγυητήρι
οι
οι
εγγυητήρι
ες
τα
εγγυητήρι
α
γενική
των
εγγυητήρι
ων
των
εγγυητήρι
ων
των
εγγυητήρι
ων
αιτιατική
τους
εγγυητήρι
ους
τις
εγγυητήρι
ες
τα
εγγυητήρι
α
κλητική
εγγυητήρι
οι
εγγυητήρι
ες
εγγυητήρι
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
εγγυητήριος
<
εγγυητής
+
-τήριος
Επίθετο
επεξεργασία
εγγυητήριος
άλλη μορφή
του
εγγυητικός
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
εγγυητής
και
εγγυώμαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εγγυητήριος
→
δείτε
τη λέξη
εγγυητικός