Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η διοικήτρια οι διοικήτριες
      γενική της διοικήτριας των διοικητριών
    αιτιατική τη διοικήτρια τις διοικήτριες
     κλητική διοικήτρια διοικήτριες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

διοικήτρια < διοικητής + κατάληξη θηλυκού -τρια

  Ουσιαστικό επεξεργασία

διοικήτρια θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική διοικήτρι αἱ διοικήτριαι
      γενική τῆς διοικητρίᾱς τῶν διοικητριῶν
      δοτική τῇ διοικητρί ταῖς διοικητρίαις
    αιτιατική τὴν διοικήτριᾰν τὰς διοικητρίᾱς
     κλητική ! διοικήτρι διοικήτριαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  διοικητρί
γεν-δοτ τοῖν  διοικητρίαιν
1η κλίση, Κατηγορία 'βοήθεια' όπως «βοήθεια» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

διοικήτρια < αρχαία ελληνική διοικητής + -τρια

  Ουσιαστικό επεξεργασία

διοικήτρια θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία