Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διατείνω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
διατείνω
<
αρχαία ελληνική
διατείνω
<
διά
+
τείνω
Ρήμα
επεξεργασία
διατείνω
(
παθητική φωνή
:
διατείνομαι
)
(
λόγιο
)
διαστέλλω
,
τεντώνω
,
διευρύνω
Συγγενικά
επεξεργασία
διατεταμένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διατείνω
→
δείτε
τις λέξεις
διαστέλλω
,
τεντώνω
και
διευρύνω