Ετυμολογία

επεξεργασία
διασύρω < λείπει η ετυμολογία

διασύρω

  • εξευτελίζω σε μεγάλο βαθμό κάποιον ή τιμή και την υπόληψή του

  Μεταφράσεις

επεξεργασία