Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διακονικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
Επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
διακονικ
ός
η
διακονικ
ή
το
διακονικ
ό
γενική
του
διακονικ
ού
της
διακονικ
ής
του
διακονικ
ού
αιτιατική
τον
διακονικ
ό
τη
διακονικ
ή
το
διακονικ
ό
κλητική
διακονικ
έ
διακονικ
ή
διακονικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
διακονικ
οί
οι
διακονικ
ές
τα
διακονικ
ά
γενική
των
διακονικ
ών
των
διακονικ
ών
των
διακονικ
ών
αιτιατική
τους
διακονικ
ούς
τις
διακονικ
ές
τα
διακονικ
ά
κλητική
διακονικ
οί
διακονικ
ές
διακονικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
Επεξεργασία
διακονικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
Επεξεργασία
διακονικός, -ή, -ό
σχετικός με το
διάκονο
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
διακονικός