διακοίνωση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | διακοίνωση | οι | διακοινώσεις |
γενική | της | διακοίνωσης* | των | διακοινώσεων |
αιτιατική | τη | διακοίνωση | τις | διακοινώσεις |
κλητική | διακοίνωση | διακοινώσεις | ||
* παλιότερος λόγιος τύπος, διακοινώσεως | ||||
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- διακοίνωση (μαρτυρείται από το 1865)[1] < (καθαρεύουσα) διακοίνωσις < διακοινώνω + -σις (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική communication και αγγλική note)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαδιακοίνωση θηλυκό
- (λόγιο, διπλωματία) επίσημο κυβερνητικό ή διπλωματικό έγγραφο, με το οποίο εκφράζεται ή γνωστοποιείται η επίσημη θέση για σημαντικά ζητήματα
Συνώνυμα
επεξεργασίαΠολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία διακοίνωση
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ σελ. 279, Τόμος Α΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
Πηγές
επεξεργασία- διακοίνωση - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- διακοίνωση - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)