Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

διαδικτυακό ρομπότ < → δείτε τις λέξεις διαδικτυακός και ρομπότ, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική internet bot

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

διαδικτυακό ρομπότ

  • (διαδίκτυο) internet bot: πρόγραμμα που εκτελεί αυτοματοποιημένες εργασίες μέσω του διαδικτύου

Συνώνυμα επεξεργασία

Υπερώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία