• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

δημοπράτης

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικά
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο δημοπράτης οι δημοπράτες
      γενική του δημοπράτη των δημοπρατών
    αιτιατική τον δημοπράτη τους δημοπράτες
     κλητική δημοπράτη δημοπράτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
δημοπράτης < (ελληνιστική κοινή) δημοπράτης < δῆμος + πράτης / πρατήρ (=πωλητής) < πιπράσκω / πέρνημι

Ουσιαστικό

επεξεργασία

δημοπράτης αρσενικό

  • (επάγγελμα) αυτός που πουλά σε μια δημοπρασία

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • εκπλειστηριαστής

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τις λέξεις δημοπρασία, δήμος και πράττω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    δημοπράτης
  • αγγλικά : auctioneer (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=δημοπράτης&oldid=7111749"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 16:47

Γλώσσες

    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 16:47.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας