δηλονότι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- δηλονότι < αρχαία ελληνική δηλονότι
Επίρρημα
επεξεργασίαδηλονότι
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαδηλονότι
- είναι φανερό ότι, δηλονότι