Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δεκατριψήφιος η δεκατριψήφια το δεκατριψήφιο
      γενική του δεκατριψήφιου της δεκατριψήφιας του δεκατριψήφιου
    αιτιατική τον δεκατριψήφιο τη δεκατριψήφια το δεκατριψήφιο
     κλητική δεκατριψήφιε δεκατριψήφια δεκατριψήφιο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δεκατριψήφιοι οι δεκατριψήφιες τα δεκατριψήφια
      γενική των δεκατριψήφιων των δεκατριψήφιων των δεκατριψήφιων
    αιτιατική τους δεκατριψήφιους τις δεκατριψήφιες τα δεκατριψήφια
     κλητική δεκατριψήφιοι δεκατριψήφιες δεκατριψήφια
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

δεκατριψήφιος < δεκατρι- (δεκατρία) + -ψήφιος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ðe.ka.tɾiˈpsi.fi.os/ αρσενικό
ΔΦΑ : /ðe.ka.tɾiˈpsi.fi.a/ θηλυκό
ΔΦΑ : /ðe.ka.tɾiˈpsi.fi.o/ ουδέτερο

  Επίθετο επεξεργασία

δεκατριψήφιος, -α, -ο

  1. για αριθμό με δεκατρία ψηφία
    το ISBN είναι δεκατριψήφιο από την 1η Ιανουαρίου του 2007

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία