Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δαφνοκούκουτσο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
δαφνοκούκουτσ
ο
τα
δαφνοκούκουτσ
α
γενική
του
δαφνοκούκουτσ
ου
των
δαφνοκούκουτσ
ων
αιτιατική
το
δαφνοκούκουτσ
ο
τα
δαφνοκούκουτσ
α
κλητική
δαφνοκούκουτσ
ο
δαφνοκούκουτσ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
δαφνοκούκουτσο
<
δάφνη
+
-ο-
+
κουκούτσι
+
-ο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
δαφνοκούκουτσο
ουδέτερο
το
δαφνόκουκο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δαφνοκούκουτσο
→
δείτε
τη λέξη
δαφνόκουκο